Το συγκεκριμένο βιβλίου του γνωστού ψυχιάτρου και συγγραφέα Ίρβιν Γιάλομ είναι κάτι παραπάνω από βιβλίο αυτοβοήθειας και κάτι λιγότερο από επιστημονικός οδηγός για ψυχιάτρους και ψυχολόγους. Σίγουρα πάντως δεν είναι μυθιστόρημα, ούτε ευχάριστη παρέα για το κομοδίνο πριν κοιμηθείς. Είναι όμως ένα βιβλίο που σε ταρακουνάει και σε φέρνει αντιμέτωπο με τα βαθύτερα υπαρξιακά ζητήματα: κατά πόσο ο άνθρωπος μπορεί να συμφιλιωθεί με την ιδέα του θανάτου; Γιατί είναι σημαντικό όσο τίποτα να μπει σε αυτή τη διαδικασία και πώς μπορεί να σταματήσει να εθελοτυφλεί;
Το πρώτο βήμα είναι να μην απορρίψει αυτό το βιβλίο, όταν πέσει στα χέρια του. Στα αρχικά κεφάλαια, ο Γιάλομ μεταλαμπαδεύει το απόσταγμα σοφίας που έχει αντλήσει από τις ιδέες του αρχαίου φιλοσόφου Επίκουρου και που έχει ενσωματώσει πλήρως στη διαδικασία της ψυχοθεραπείας. Μέσα από παραδείγματα και διαλόγους με ασθενείς, δίνεται η ευκαιρία στον αναγνώστη να φέρει στα μέτρα του τα γραφόμενα και να δει να ζωντανεύουν μπροστά στα μάτια του ιδέες για τον θάνατο και γενικότερα για την ύπαρξη που έχουν διατυπωθεί αιώνες πριν. Άλλωστε, το ζήτημα είναι διαχρονικό και είναι πάντα προς όφελος των νεότερων γενεών να αξιοποιούν τα διδάγματα των παλαιότερων.
Ο συγγραφέας μας μεταφέρει λοιπόν στον κήπο του Επίκουρου, όπου συναντιούνται οι φιλόσοφοι, διατυπώνονται οι ιδέες και διασταυρώνονται οι απόψεις. Από τον κήπο στο γραφείο του ψυχοθεραπευτή και στον εσωτερικό κόσμο του αναγνώστη, αυτά είναι τα κύρια μέρη όπου εκτυλίσσεται η δράση. Μάλιστα, το βιβλίο συνεχίζει να επιδρά στον εσωτερικό κόσμο του αναγνώστη ακόμη και όταν δεν το κρατά στα χέρια του και δεν το διαβάζει. Τόσο καθοριστική είναι η «δύναμη των ιδεών» και δεν πρέπει να τις παραβλέπουμε. Από αυτές πηγάζουν τα διδάγματα που θα μας βοηθήσουν να δουν τον κόσμο αλλιώς· από αυτές και από τις σχέσεις μας με τους άλλους ανθρώπους. Ανάμεσα σε αυτά μοιράζει το βάρος της ύπαρξης ο συγγραφέας.
Τέλος, προσεγγίζει τον αναγνώστη, διηγούμενος τις προσωπικές του εμπειρίες με τον θάνατο, με τρόπο απλό και άμεσο, χωρίς περιττά δράματα ή ωραιοποιήσεις. Το ίδιο συμβουλεύει και στους συνάδελφούς του ψυχοθεραπευτές, αν κρίνουν ότι θα βοηθήσει τους θεραπευόμενους· να μοιράζονται δηλαδή μαζί τους κάποια προσωπικά στοιχεία, ώστε να νιώθει το άτομο απέναντί τους την ζέστη της ανθρωπιάς και την ανακούφιση ότι δεν είναι μόνο του στον κόσμο, αλλά υπάρχουν κι άλλοι, και μάλιστα πιο «μεγάλοι» στα μάτια του και πιο «δυνατοί», που ανησυχούν ως τα βάθη της ύπαρξής τους για τον θάνατο. Αυτοί παράλληλα είναι και οι ίδιοι που έχουν μάθει να βαδίζουν χέρι χέρι με αυτόν και να κρατούν τον τρόμο τους σε καταστολή, μετριάζοντάς τον σε «ένα άγχος καθημερινό αλλά διαχειρίσιμο».
Το συμπέρασμα που απορρέει δεν είναι άλλο από το γεγονός ότι η συνειδητοποίηση του αναπόφευκτου του θανάτου βελτιώνει τη ζωή πολύπλευρα. Ας μην αψηφούμε την παρουσία του, θεωρώντας τον ως κάτι μακρινό ή ως κάτι αποκλειστικά δυσάρεστο, αλλά ας εκμεταλλευτούμε την επίδραση που μπορεί να έχει στη ζωή μας με την κατάλληλη προσέγγιση και με αρωγό το βιβλίο του Γιάλομ.
Αγγελική Βλαχοπούλου
Comentários