Υπάρχουν πολλά τσιτάτα με τα οποία μπορεί να ξεκινήσει κανείς ένα άρθρο σαν κι αυτό για να φανεί «ψαγμένος». Αυτό το «το σχολείο διαμορφώνει προσωπικότητες» είναι, νομίζω, το κατάλληλο. Γιατί είναι αλήθεια. Όντως το σχολείο έχει το προνόμιο να μας ακολουθεί ακόμα κι όταν το αφήσουμε. Παντού (και δεν μιλάω για το πανεπιστήμιο) υπάρχουν καθηγητές να σε νουθετήσουν και να προσπαθήσουν να «σε κάνουν άνθρωπο». Παντού υπάρχουν οι «μπαχαλάκηδες» των θρανίων, που λουφάρουν, μιλούν δυνατά ενώ οι γύρω τους έχουν κι άλλες δουλειές, μπαίνουν στα μετρό χωρίς μάσκα και περιμένουν στωικά κάποιον να τους βάλει «απουσία». Βέβαια αυτό δεν σημαίνει πως η πορεία των παραπάνω χαρακτήρων είναι ενιαία. Κάλλιστα μπορεί ένας καθηγητής στο σχολείο να είναι «ταραξίας», όπως επίσης κι ένας «λουφαδόρος» στη μετέπειτα πορεία του να γίνει καθηγητής. Πρόκειται συλλήβδην για χαρακτήρες που εύκολα αλλάζουν δρόμο, ακόμα και στην πρώτη στροφή.
Στο άρθρο αυτό, όμως, δεν θα μιλήσουμε ούτε για τους μεν ούτε για τους δε. Γιατί όλους αυτούς τους υπερκερνά μια άλλη αινιγματική φιγούρα, που δύσκολα ή δραματικά αλλάζει πορεία. Κι αυτή είναι οι «καλοί μαθητές».
Ως καλό μαθητή δεν εννοούμε εδώ μόνο εκείνον που είχε άριστες σχολικές επιδόσεις. Αυτό ίσως είναι το τελευταίο που μας ενδιαφέρει. Ως καλό μαθητή ορίζουμε τον «κύριο τέλειο» της σχολικής μονάδας. Αυτόν που προσπαθούσε να είναι καλός σε όλα τα μαθήματα και τελικά, σε έναν βαθμό, τα κατάφερνε. Εκείνον που συμμετείχε σε όποια δράση κι αν γινόταν στο σχολείο. Εκείνον τον ηθοποιό, τραγουδιστή, αρθρογράφο, συγγραφέα, ζωγράφο, αθλητή, πολιτικό αναλυτή. Εκείνον που διακρινόταν σε διαγωνισμούς κι η τάξη τον χειροκροτούσε. Εκείνον που δεν ήθελε να λέει την προσευχή, αλλά όταν κανείς άλλος δεν υπήρχε, ο διευθυντής τον καλούσε να βγάλει τα κάστανα απ’ τη φωτιά. Εκείνον που κάποιοι θαύμαζαν, άλλοι απλώς συμπαθούσαν κι άλλοι δεν χώνευαν.
Κανείς ποτέ «δεν άγγιξε» τον καλό μαθητή. Κι αυτό ίσως είναι το χειρότερο απ’ όλα. Ότι ο καλός μαθητής δεν έμαθε ποτέ να κάνει λάθη και - κυρίως - να του λένε ότι κάνει λάθη. Ζούσε για χρόνια σε ένα περιβάλλον που νόμιζε ή και ήξερε ότι είναι ο πιο προικισμένος. Έμαθε κιόλας να λειτουργεί έτσι. Στην κριτική των συμμαθητών του - αν υπήρχε - έλεγε (ίσως από μέσα του): «απλά ζηλεύουν». Στην κριτική των καθηγητών του, απλά απαξιούσε. «Ποιοι είναι αυτοί που θα μειώσουν την αξία μου», έλεγε και συνέχιζε: «πέρυσι είχαμε τον κύριο/κυρία τάδε που με καταλάβαινε».
Τελικά ο καλός μαθητής πέρασε στη σχολή που ήθελε, είτε αυτή λέγεται ιατρική, είτε νομική είτε όπως αλλιώς. Κι αυτή του η επιτυχία δεν επιβράβευσε μόνο το διάβασμα και τη δουλειά του, αλλά και την προσωπικότητά του. Κακά τα ψέματα, μετά από τις επιτυχίες η αυτοκριτική είναι σχεδόν ανέφικτο να γίνει. Η αποτυχία κάποια στιγμή θα οδηγήσει στην αναγνώριση των λαθών. Η επιτυχία σπάνια.
Κι έτσι ο φίλος μας κατέληξε να κουβαλάει το στίγμα του τέλειου. Να νιώθει περπατώντας στα αμφιθέατρα της σχολής του, ασκώντας το επάγγελμά του, μιλώντας με φίλους του, ότι κάτι έχει ξεχωριστό. Και το πρόβλημα με τις σχολές - κλάδους που προανέφερα είναι ότι είναι γεμάτες «καλούς μαθητές». Που δεν πολυ-γουστάρονται και μεταξύ τους. Γιατί τα ομώνυμα απωθούνται.
Μια πικρή, όμως, αλήθεια για όλους εμάς που κάποτε υπήρξαμε ή και ακόμα είμαστε «καλοί μαθητές» είναι ότι οι «τέλειοι» έχουν ένα κακό. Φορούν γυαλιά μυωπίας, ενώ δεν βλέπουν τα κοντινά. Για να το πώ με μία φράση: δεν εστιάζουν. Δεν τους ενδιαφέρει να είναι πραγματικά καλοί σε έναν τομέα. Θέλουν απλά να είναι επαρκείς στους περισσότερους. Δεν τους ενδιαφέρει οι άλλοι να λένε γι’ αυτούς: «αχ πώς τα κατάφερε», αλλά: «αχ πώς τα καταφέρνει σε όλα».Έτσι τελικά οι «τέλειοι» είναι πραγματικά μέτριοι. Κι η μετριότητα αυτή καθαυτή δεν έχει τίποτα κακό πάνω της. Τα δεινά ξεκινούν όταν έντρομοι οι καλοί μαθητές συνειδητοποιούν ότι δεν έχουν κάνει τίποτα το ιδιαίτερο. Κι αν αποδεχτούν αυτήν την πραγματικότητα, καλώς. Αν όχι, τότε λυπάμαι, αλλά τα «φυτά», όσοι αφιερώθηκαν σε ένα μονάχα πράγμα, κερδίζουν. Γιατί αυτά δεν έχουν ψευδαισθήσεις. Θλιβερές ψευδαισθήσεις.
Comments