Να ψήσουμε καφέ; Ρωτά και τα μάτια της μισοκλείνουν για να αφήσουν χώρο στο πλατύ χαμόγελο που σχηματίζουν τα χείλη της. Φυσικά! Απαντάς σχεδόν αυτόματα, σαν να πρόκειται για αντανακλαστική κίνηση, που συμβαίνει πριν καλά καλά προλάβεις να ανοιγοκλείσεις τα μάτια σου. Τι ερώτηση είναι αυτή βρε γιαγιά; Ποιος είπε όχι σε έναν καλό ελληνικό καφέ συντροφιά σου;
Να φωνάξουμε και τον παππού... Συμπληρώνει και κουνά το κεφάλι, προσπαθώντας να μαντέψει με τι είδους εργασίες καταπιάνεται πάλι αυτός ο κατεργάρης. Εσύ βέβαια, που ξέρεις τα κατατόπια, αφού μικρή είχες αξιοποιήσει κάθε γωνιά σαν κρυψώνα την ώρα του κρυφτού, εκτινάσσεσαι από τη θέση σου και ξεκινάς το ψάξιμο. Τώρα οι ρόλοι στο παιχνίδι αυτό έχουν αντιστραφεί. Ώστε εδώ είσαι! Λες καθώς τον βρίσκεις να ψαχουλεύει κάτι παλιά πράγματα στη σοφίτα. Θα έρθεις για καφέ; Ξανά η ίδια ερώτηση, ακολουθούμενη από την ίδια αυτονόητη απάντηση: φυσικά!
Μαζεύεστε λοιπόν οι τρεις σας γύρω από το τραπέζι και η γιαγιά σερβίρει τον καφέ, φρεσκοψημένο, μοσχομυριστό και με το καϊμάκι του. Και τότε καταλαβαίνεις πως σε αυτό το φυσικά, που με τόση ευκολία λέτε όλοι σας όταν πρόκειται για τον καφέ, βρίσκεται όλο το νόημα. Ριζωμένες στην οικογένειά σου, όπως ο καφές στην ελληνική παράδοση, είναι η αγάπη και η έγνοια, η ετοιμότητα του καθενός να μοιραστεί το βάρος των προβλημάτων που κουβαλά ο άλλος. Η ζεστασιά του καφέ κυλά μέσα σου, όπως η ζεστασιά του χαμόγελου των αγαπημένων σου προσώπων σε συντροφεύει τις δύσκολες ώρες. Συνειδητοποιείς το μεγαλείο των στιγμών που περνούν, του χρόνου που φεύγει και αφήνει το σημάδι του, όπως ο καφές αφήνει το κατακάθι στο μικρό φλιτζάνι. Και ρουφάς κάθε δευτερόλεπτο, κάθε γουλιά του ροφήματος ως την τελευταία. Για σένα η στιγμή αυτή δεν θα χαθεί ποτέ, δεν έχει αποτυπωθεί μόνο στην μνήμη σου, αλλά και στην καρδιά σου. Κι όταν θα ψήνεις εσύ τον καφέ, στο πρόσωπό σου θα ζωγραφίζεται το ίδιο χαμόγελο, η ψυχή σου θα κυριεύεται από θαλπωρή και νοσταλγία και δεν θα μπορείς παρά να ρωτήσεις: θα ψήσουμε καφέ;
Comments