Με πήγες βαθιά, βαθιά στο βυθό, έγινε ασήκωτη η καρδιά απ' το νερό, ήταν βαριά γι' αυτό την άφησα πίσω. Με πήγες βαθιά, βαθιά στο βυθό κι έμεινα εκεί με έναν λυγμό, λίγο οξυγόνο να βρω για να ζήσω. Στην επιφάνεια ψάχνω να βγω, πλάσματα υπόγεια πολλά προσπερνώ, είναι αυτές οι σκοτεινές μου οι σκέψεις. Με πλησιάζουν μα τι να τους πω, να τις διώξω πια δεν μπορώ, χορεύουν τριγύρω μου οι λέξεις.
Είναι όλα μαύρα εδώ και τι να εξερευνήσω, στο κορμί σου συνέχεια γυρνώ λίγο φως να ζητήσω.
Με πήγες βαθιά, βαθιά στο βυθό, τους φόβους μου όλους στα μάτια κοιτώ και τους μιλάω. Κι αναρωτιέμαι αν πρέπει λοιπόν να σωθώ, μάλλον το διάλεξα το μέρος αυτό, το σκοτάδι σου αγαπάω. Κι αναρωτιέμαι αν πρέπει λοιπόν να σωθώ, τα λίγα λεπτά που μου μένουν καιρό να σκορπάω. Να ανεβαίνω ψηλά, ένα ρεύμα δειλά να ακολουθάω, ή να μείνω εδώ, στο μαύρο βυθό, το γλυκό σου νερό να φιλάω.
Comments